Ο οπίσθιος λαβύρινθος αιματώνεται από την έσω ακουστική αρτηρία, η οποία αποτελεί τελικό ακραίμονα κλάδο.
(Βασική αρτηρία→Πρόσθια κάτω παρεγκεφαλιδική αρτηρία → Έσω ακουστική αρτηρία ).

Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι οποιαδήποτε βλάβη, μόνιμη ή παροδική, μπορεί να έχει άμεσο αντίκτυπο στην αιμάτωση του λαβυρίνθου, ενός οργάνου ιδιαίτερα ευαίσθητου σε διαταραχές ισχαιμικού τύπου.
Καταστάσεις όπως απόφραξη (μερική η ολική) ή στένωση της έσω ακουστικής αρτηρίας οδηγούν άμεσα σε συμπτωματολογία αμιγώς αιθουσαία ή αμιγώς κοχλιακή ή και ταυτόχρονα αιθουσοκοχλιακή, ανάλογα με το ακριβές σημείο της αγγειακής βλάβης.
Η ελαττωμένη ροή αίματος περιφερικά μιας στένωσης δεν οδηγεί υποχρεωτικά σε μειωμένη αιμάτωση του τελικού οργάνου, διότι όπως γνωρίζουμε από την φυσιολογία, η αιμάτωση μιας περιοχής εξαρτάται από δύο βασικούς παράγοντες: την ύπαρξη ή μη παράπλευρης κυκλοφορίας, καθώς και από την ικανότητα των αρτηριδίων να ρυθμίζουν την αιμάτωση μιας περιοχής αυξομειώνοντας τον αγγειακό τους τόνο. Ακόμα και στην περίπτωση που μειώνεται η ταχύτητα ροής του αίματος στο σημείο μιας στένωσης, περιφερικά αυτής, μπορεί η αιμάτωση του τελικού οργάνου να μην επηρεάζεται, αρκεί ο μηχανισμός των αρτηριδίων (σφιγκτήρες) να λειτουργεί κανονικά ώστε να μειώνει την αντίστασή τους.
Η θεωρία της στένωσης μεγάλων αγγείων έχει χάσει την σημασία της ως προς την εξήγηση διάχυτων διαταραχών της αιμάτωσης του Κ.Ν.Σ. Απεναντίας η πάθηση των μικρών αγγείων (small vessel disease), που σημαίνει σκλήρυνση των μικρών αρτηριών, φαίνεται να παίζει σημαντικό ρόλο στη πρόκληση τοπικών διαταραχών του αιθουσαίου συστήματος.

Λόγω του γεγονότος ότι ο ίλιγγος , η αστάθεια ή τα προσυγκοπτικά επεισόδια εμφανίζονται ως συμπτώματα πολλών και συχνά μη εύκολα διαγνώσιμων παθήσεων, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η διάγνωση καθυστερεί ή δεν οριστικοποιείται σε μεγάλο αριθμό ασθενών.

Βάσει μίας μείζονος κατηγοριοποίησης των αιτιών που μπορεί να προκαλέσουν ή να ομοιάσουν της συμπτωματολογίας του ιλίγγου διακρίνουμε τρεις κατηγορίες :
1. την περιφερική βλάβη ( περιφερικές παθήσεις της αίθουσας , Κ.Π.Ι.Θ, μετατραυματικός ίλιγγος , αιθουσαιοτοξικός ίλιγγος από φάρμακα, σύνδρομο Meniere , κ.τ.λ. )
2. τις κεντρικές νευρολογικές διαταραχές και
3. συστηματικά νοσήματα ή ιατρικές καταστάσεις οι οποίες συνοδεύονται με ίλιγγο ή συμπτώματα που ο ασθενής παρομοιάζει με ίλιγγο . Τα συμπτώματα αυτά μπορεί να είναι κύριες εκδηλώσεις της πάθησης ή δευτερεύουσες εκδηλώσεις που αναφέρονται στο ιατρικό ιστορικό του ασθενούς .

Γενικά , παθήσεις που μπορεί να εμφανιστούν με ίλιγγο είναι ποικίλες καρδιαγγειακές διαταραχές, όπως η ταχυκαρδία, η βραδυκαρδία, κ.τ.λ., διαταραχές του κεντρικού νευρικού συστήματος όπως το εγκεφαλικό επεισόδιο και η εγκεφαλική αιμορραγία, το τραύμα της κεφαλής, η ημικρανία, η πολλαπλή σκλήρυνση, η ορθοστατική υπόταση που οφείλεται σε σακχαρώδη διαβήτη, αφυδάτωση και αναιμία, συστηματικές παθήσεις όπως νόσοι των νεφρών, θυρεοειδικές παθήσεις , κ.τ.λ. και όγκοι που αλληλεπιδρούν με το κεντρικό αιθουσαίο σύστημα , όπως το ακουστικό νευρίνωμα.
Είναι επομένως σημαντικό να διαγιγνώσκεται η αιτία του ιλίγγου ή της ζάλης σε πρώιμα στάδια για να αποκλείονται καταστάσεις όπως καρδιαγγειακές παθήσεις , εγκεφαλικό επεισόδιο ή αιμορραγία ή όγκοι ως γενεσιουργά αίτια της συμπτωματολογίας.
Οι συστηματικές παθήσεις αποτελούν μια ιδιαίτερη κατηγορία και περιλαμβάνουν γενικές καταστάσεις που δευτεροπαθώς επηρεάζουν τις περιφερικές ή κεντρικές αιθουσαίες δομές και οδηγούν σε ίλιγγο ή ζάλη (Πίνακας I) .

(Πίνακας I )
Συστηματικές καταστάσεις με ίλιγγο ή ζάλη
1. Φάρμακα ( αντιπηκτικά, υπνωτικά , αντιυπερτασιακά , αλκοόλ, αναλγητικά , αντικαταθλιπτικά )
2. Υπόταση , προσυγκοπή ( συμπεριλαμβάνονται οι πρωτοπαθείς καρδιακές αιτίες και η ορθοστατική υπόταση ποικίλης αιτιολογίας )
3. Λοιμώδη νοσήματα ( σύφιλη, ιογενής ή βακτηριδιακή μηνιγγίτις και συστηματικές λοιμώξεις )
4. Ενδοκρινικές νόσοι ( διαβήτης, υποθυρεοειδισμός )
5. Αγγειϊτις (αγγειακή νόσος κολλαγόνου, γιγαντοκυτταρική αρτηριτις και αγγειϊτις από φάρμακα )
6. Άλλες συστηματικές καταστάσεις (αιματολογικές διαταραχές, πολυκυτταιμία, αναιμία και δυσπρωτεϊναιμία, σαρκοείδωση, κοκκιωματώδης νόσος και οι συστηματικές τοξίνες)

Πολλές παθήσεις είναι υπεύθυνες για προσυγκοπτικά ή επεισόδια ορθοστατικής υπότασης τα οποία παρουσιάζονται ως ίλιγγος ή ζάλη. Προσυγκοπτικά επεισόδια περιγράφονται από τον ασθενή ως αίσθημα «άδειας κεφαλής» , ανάμεσα σε άλλα συμπτώματα . Ως συγκοπτική κρίση αναφέρεται η παροδική διαταραχή ή απώλεια της συνείδησης , η οποία οφείλεται σε εγκεφαλική ισχαιμία από αιφνίδια πτώση της παροχής αίματος στον εγκέφαλο. Εάν είναι όρθιος ή καθιστός ο ασθενής πέφτει στο έδαφος και πολλές φορές , μαζί με την απώλεια συνείδησης , εμφανίζει σπασμούς , ωχρότητα , εφίδρωση , ακόμη και απώλεια ούρων. Συχνά η απώλεια συνείδησης είναι «φευγαλέα» , διάρκειας ολίγων δευτερολέπτων , κατά την οποία ο ασθενής δεν προλαβαίνει να πέσει κάτω ή η κρίση αναφέρεται σαν παροξυσμική ζάλη (προσυγκοπτική κρίση). Τα αίτια των συγκοπτικών κρίσεων είναι συνήθως αγγειακά ή αγγειοκινητικά και καρδιακά. Τα πρώτα ευθύνονται για τις πολύ συνηθισμένες κρίσεις της λιποθυμίας και της ορθοστατικής υπότασης. Τα καρδιακά αίτια είναι αρρυθμίες και αποφρακτικές οργανικές βλάβες που εμποδίζουν την φυσιολογική ροή αίματος στις καρδιακές κοιλότητες. Από τις αρρυθμίες συνηθέστερη αιτία συγκοπτικών κρίσεων είναι ο κολποκοιλιακός αποκλεισμός . Όσον αφορά την χρόνια καρδιακή ανεπάρκεια , αυτή προκαλεί ζάλη σε τελικό στάδιο ή συγκοπτική κρίση λόγω χαμηλής παροχής ή αρρυθμιών.

Στην ορθοστατική υπόταση η όρθια στάση συνοδεύεται από ταχεία ελάττωση της αρτηριακής πίεσης με ζάλη , διαταραχές στην όραση, αδυναμία, αστάθεια και τελικά απώλεια συνείδησης. Η ορθοστατική υπόταση είναι συνηθέστερη τις πρωϊνές ώρες και επιδεινώνεται σε θερμό ή υγρό περιβάλλον, με την σωματική άσκηση και μετά από βαρύ γεύμα . Μόλις ο ασθενής οριζοντιωθεί, η πίεση επανέρχεται στο φυσιολογικό , η απώλεια συνείδησης υποχωρεί και ο ασθενής αισθάνεται πολύ καλά.

Η συγκοπτική κρίση αποδίδεται σε:
1. Εκσεσημασμένη φλεβική στάση αίματος με ελάττωση της φλεβικής επιστροφής.
2. Διαταραχή ή απώλεια των ρυθμιστικών της αρτηριακής πίεσης καρδιαγγειακών αντανακλαστικών.
Με τον δεύτερο μηχανισμό ερμηνεύονται ορισμένα χαρακτηριστικά των ασθενών με ορθοστατική υπόταση , όπως η απουσία ωχρότητας ή εφίδρωσης κατά την συγκοπτική κρίση και επιπλέον , ανεξάρτητα από την κρίση , η σεξουαλική ανικανότητα, κυστικές και εντερικές διαταραχές.
Η ορθοστατική υπόταση συμβαίνει συχνότερα στους ηλικιωμένους, όπου συμβάλλει πολύ η αφυδάτωση και η λήψη αγγειοδιασταλτικών και ηρεμιστικών φαρμάκων.
Τα γηρασμένα αγγεία είναι ανεπαρκή στην τροφοδοσία του εγκεφάλου με αίμα και τα ηλικιωμένα άτομα είναι ιδιαίτερα επιρρεπή σε επεισόδια ορθοστατικής υπότασης.
Ηλικιωμένα άτομα που δεν κάθονται ή ξαπλώνουν με το πρώτο αίσθημα ζάλης, μπορεί να χάσουν την συνείδηση τους.
Επίσης, ορθοστατική υπόταση παρατηρείται σε μεγάλη αιμορραγία, σακχαρώδη διαβήτη, φαιοχρωμοκύττωμα, ορισμένες νευρολογικές νόσους και χρόνιες παθήσεις που έχουν οδηγήσει σε κακουχία του οργανισμού.

Η συγκοπτική κρίση πρέπει να διακρίνεται από τις εξής καταστάσεις:
Α) Υστερική κρίση, όπου είναι συνηθέστερη σε νεαρούς ενήλικες με ψυχολογικά προβλήματα και κατά κανόνα εκδηλώνεται μπροστά σε κόσμο.
Στην προσεκτική εξέταση γίνεται γρήγορα αντιληπτό ότι διατηρείται η συνείδηση , ενώ ο αρτηριακός σφυγμός και η πίεση παραμένουν στα φυσιολογικά όρια .
Β) Επιληπτική κρίση , όπου συχνά προηγείται αύρα , αρχίζει με την δραματική εικόνα των σπασμών και ακολουθεί η απώλεια συνειδήσεως, η οποία συγκριτικά με την καρδιακή συγκοπτική κρίση , έχει μεγάλη διάρκεια. Η αρτηριακή πίεση και ο σφυγμός διατηρούνται στα φυσιολογικά όρια.
Γ) Τυπική κρίση ιλίγγου : Ο ασθενής πέφτει απότομα στο έδαφος επειδή συμβαίνει απώλεια της ισορροπίας .
Υπάρχει ναυτία και έμετος , όμως διατηρείται η συνείδηση.
Ο αρτηριακός σφυγμός και η πίεση είναι στα φυσιολογικά όρια. Ο ασθενής αισθάνεται πολύ άσχημα με τις κινήσεις της κεφαλής και παρουσιάζει νυσταγμό κατά την νευροωτολογική εξέταση.
Δ) Υπογλυκαιμική κρίση . Σε αντίθεση με την απότομη καρδιακή συγκοπτική κρίση εισβάλει βαθμιαία . Δεν έχει σχέση με την θέση του σώματος και υποχωρεί ταχέως με λήψη τροφής ή ενδοφλέβια χορήγηση σακχαρούχου ορού. Υπάρχει απώλεια συνείδησης , της οποίας προηγείται αδυναμία , εφίδρωση μαζί με αίσθημα πείνας.
Η πίεση διατηρείται στα φυσιολογικά όρια.
Ε) Σύνδρομο υπεραερισμού. Σε νεαρά άτομα η επαναλαμβανόμενη βαθιά και ταχεία αναπνοή ελαττώνει το CO2 αίματος και προκαλεί ζάλη. Η βασική αιτιολογία είναι η αγχώδης συνδρομή.

Τα επεισόδια πανικού επίσης που οδηγούν στην μεγάλη εκπνοή CO2 , μπορεί να προκαλέσουν εξάντληση ή ζάλη.
Άλλες παθήσεις που προκαλούν ζάλη ή συμπτώματα ιλίγγου είναι αυτές των νεφρών. Οι παθήσεις των νεφρών εμφανίζουν ως κύριο σύμπτωμα την αναιμία , η οποία με την σειρά της εκδηλώνεται με κόπωση , ελάττωση του εύρους της αναπνοής και καρδιοαναπνευστικά προβλήματα , ελαττωμένη ικανότητα για άσκηση ή εκτέλεση φυσικής δραστηριότητας, ζάλη ή ίλιγγο , απώλεια της όρεξης και μη ικανότητα συγκέντρωσης / ελαττωμένη μαθησιακή λειτουργία. Σπάνιες περιπτώσεις αναιμίας αναφέρονται σε λήπτες νεφρικών μοσχευμάτων όπου εμφανίζεται και ίλιγγος.
Ίλιγγος επίσης μπορεί να παρουσιασθεί στο αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο με αναστρέψιμη αμφίπλευρη νεφρική αρτηριακή στένωση, στην νόσο του Fabry και σε ασθενείς που μετέχουν σε χρόνιο πρόγραμμα αιμοδιάλυσης.
Σε μελέτες φαίνεται η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια να προκαλεί ίλιγγο, είτε λόγω της χρόνιας αναιμίας ή λόγω κυκλοφορούντων τοξινών που επιδρούν άμεσα στον οπίσθιο λαβύρινθο.
Η σπειραματονεφρίτιδα επίσης έχει άμεση σχέση με επεισόδια ιλίγγου, πιθανώς λόγω διαταραχής των ηλεκτρολυτών του σώματος , η οποία επηρεάζει και τον λαβύρινθο .
Μια άλλη σημαντική συστηματική πάθηση που μπορεί να επηρεάσει τον οπίσθιο λαβύρινθο είναι ο σακχαρώδης διαβήτης.
Ο μηχανισμός που ο διαβήτης προκαλεί ίλιγγο είναι πιθανόν η αυτόνομη νευροπάθεια και η ορθοστατική υπόταση που μπορεί να συνοδεύσει την νόσο. Η περιφερική μικροαγγειοπάθεια η οποία συνοδεύει τον σακχαρώδη διαβήτη σε προχωρημένο στάδιο μπορεί να επηρεάσει την ούτως ή άλλως πτωχή αιμάτωση του οπισθίου λαβυρίνθου από την έσω ακουστική αρτηρία , η οποία είναι ακρέμων κλάδος.
Η πολλαπλή αισθητηριακή ανεπάρκεια , μια συστηματική νόσος που οφείλεται και στον διαβήτη, μπορεί επίσης να προκαλέσει ίλιγγο σε ηλικιωμένα άτομα.
Ανάμεσα στις ενδοκρινοπάθειες , λιγότερο συχνή αιτία πρόκλησης διαταραχών ισορροπίας αποτελεί ο υποθυρεοειδισμός, η πιθανότητα ύπαρξης του οποίου πρέπει να αξιολογείται σε περιπτώσεις αδιάγνωστου ιλίγγου.
Ασθενείς με υποθυρεοειδισμό , εμφανίζουν συχνότερα από φυσιολογικά άτομα καλοήθη ίλιγγο θέσεως , κάτι που συνδέεται με πιο εύκολη μετακίνηση της ωτοκονίας από τις ακουστικές κηλίδες , πιθανόν υπό την επίδραση των ορμονικών αλλαγών που συντελούνται λόγω της πάθησης τους.
Συστηματικές νευρολογικές διαταραχές ( Πίνακας ΙΙ ) όπως η πολλαπλή σκλήρυνση , η νόσος του Alzheimer, η νόσος του Parkinson ή η νόσος του Creutzfeldt-Jakob μπορεί να προκαλέσουν ζάλη , ιδίως κατά την βάδιση. Ωστόσο , η ζάλη είναι σπάνια το μοναδικό σύμπτωμα μίας πάθησης του νευρικού συστήματος.
Η σκλήρυνση κατά πλάκας μπορεί να εμφανισθεί με μόνο τον ίλιγγο ως πρώτο σύμπτωμα στο 5 – 15 % των περιπτώσεων, σε περίπτωση μονήρους απομυελινωτικής πλάκας στην περιοχή εισόδου της VIII εγκεφαλικής συζυγίας στο εγκεφαλικό στέλεχος .
Ο νυσταγμός που εμφανίζεται κατά την προσβολή του ιλίγγου είναι συνήθως είτε οριζόντιος είτε κάθετος. Λόγω ωστόσο του γεγονότος ότι οι ασθενείς αυτοί εμφανίζουν παροδική ή κυμαινόμενη διπλωπία , η ζάλη και η ανισορροπία μπορεί να οφείλονται εκεί.

( Πίνακας ΙΙ )
Παθήσεις του νευρικού συστήματος που προκαλούν ζάλη ή ίλιγγο
▪ Λοίμωξη
Μηνιγγίτιδα
Εγκεφαλίτιδα
Εγκεφαλικό απόστημα
▪ Απομυελινωτικές νόσοι
Πολλαπλή σκλήρυνση
▪ Όγκοι
Όγκοι της γεφυροπαρεγκεφαλιδικής γωνίας
Καλοήθη και κακοήθη νεοπλάσματα
Μεταστατικό καρκίνωμα
▪ Αναπτυξιακές διαταραχές
Ανωμαλίες βάσης κρανίου
▪ Περιφερική νευροπάθεια
Σακχαρώδης διαβήτης
Αιθανόλη
Πελάγρα
▪ Αγγειακές παθήσεις
Υπεραερισμός
Σπονδυλοβασική ανεπάρκεια
Ημικρανικές εκδηλώσεις
Εμφρακτο ή αιμορραγία εγκεφαλικού στελέχους
Εμφρακτο ή αιμορραγία παρεγκεφαλίδας
Σύνδρομο αγγειακής αγκύλης

Η πολλαπλή σκλήρυνση είναι μια υποτροπιάζουσα , φλεγμονώδης απομυελινωτική νόσος του κεντρικού νευρικού συστήματος.
Οφείλεται σε υποκείμενη αυτοανοσολογική διαταραχή και αναπτύσσεται στις ηλικίες μεταξύ 20 και 40 ετών. Πέραν των νευρολογικών συμπτωμάτων , ίλιγγος που μιμείται την αιθουσαία νευρωνίτιδα , παρουσιάζεται σε λιγότερο από 10% των ασθενών.
Η έκπτωση του κεντρικού νευρικού συστήματος είναι σημαντική , σε σχέση με νεαρά άτομα , με την πάροδο της ηλικίας και αποτελεί το σύνδρομο του γήρατος. Περιλαμβάνει συμπτώματα όπως η ζάλη και διαταραχές ισορροπίας με συχνές πτώσεις και σημεία όπως η ορθοστατική υπόταση , η ελαττωμένη οπτική οξύτητα και ικανότητα , η πρεσβυακουσία , κ.τ.λ. Ο ίλιγγος των ηλικιωμένων χαρακτηρίζεται με τον όρο πρεσβυστασία .
Συστηματικές ανοσοβιολογικές παθήσεις όπως η ρευματοειδής αρθρίτις , ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος , η πολυμυοσίτιδα / δερματομυοσίτιδα , διαφόρων ειδών αρτηρίτιδες, η υποτροπιάζουσα πολυχονδρίτιδα , κ.τ.λ., μπορεί να εμφανίσουν κατά την διαδρομή τους το σύμπτωμα του ιλίγγου , ενώ υπάρχει μεγαλύτερη προδιάθεση για Κ.Ι.Θ. σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό. Οι εκδηλώσεις από το αιθουσαίο σύστημα είναι ποικίλες , ενώ συμμετέχει και ο πρόσθιος λαβύρινθος σε μεγάλο ποσοστό. Ένα άλλο σύνδρομο που φαίνεται ότι ανήκει στα νοσήματα του κολλαγόνου , το σύνδρομο Cogan , εκδηλώνεται με επεισόδια ιλίγγου , εμβοές και βαρηκοΐα . Ο ίλιγγος εμφανίζεται αιφνίδια και είναι έντονος , συνοδεύεται από ναυτία και εμετό , ενώ στο ΗΝΓ παρατηρείται αυτόματος νυσταγμός και υπαισθησία μονόπλευρη ή αμφίπλευρη στην θερμική δοκιμασία.
Ο ίλιγγος δεν είναι πάθηση , είναι σύμπτωμα ποικίλων νόσων και χαρακτηρίζεται από την ψευδαίσθηση του ασθενούς ότι το περιβάλλον του περιστρέφεται γύρω από αυτόν ή αυτός σε σχέση με το περιβάλλον.
Η γενική επίπτωση της ζάλης, του ιλίγγου και των διαταραχών της ισορροπίας κυμαίνεται από 5-10% και φτάνει το 40% σε άτομα μεγαλύτερα των 40 ετών.
Είναι σημαντική η λήψη ενός καλού ιστορικού της συμπτωματολογίας του ασθενούς εκ μέρους του ειδικού, καθώς πολλές φορές οι ασθενείς συγχέουν τα συμπτώματα και περιγράφουν λανθασμένα γεγονότα που αποπροσανατολίζουν την διάγνωση.
Η γνώση της ύπαρξης χρόνιων συστηματικών παθήσεων , μπορεί να οδηγήσει τον ειδικό στην σωστή διάγνωση του συμπτώματος του ιλίγγου και την κατάλληλη θεραπεία.
Είναι σημαντικό επομένως να γνωρίζουμε όλες τις πιθανές αλληλεπιδράσεις του αιθουσαίου συστήματος με τον υπόλοιπο ανθρώπινο οργανισμό ώστε να αποδίδουμε την αιτία του ιλίγγου ανάλογα.

Μοιράστε στα social

Είμαστε εδώ για να βελτιώσουμε την ποιότητα ζωής σας

Εάν αντιμετωπίζετε ωτορινολαρυγγολογικά προβλήματα μην αναβάλλετε άλλο.
Κλείστε ένα ραντεβού σήμερα και αφήστε μας να σας βοηθήσουμε να ξαναβρείτε την ευεξία που αξίζετε!